μαγγανοπήγαδο

μαγγανοπήγαδο
το
1. πηγάδι από το οποίο αντλείται νερό με μάγγανο
2. σύστημα άντλησης νερού από πηγάδι με συνδεδεμένους σε κλειστή αλυσίδα πολλούς κάδους η οποία κινείται από έναν μεγάλο περιστρεφόμενο τροχό με τη χρήση τής δύναμης ανθρώπου ή ζώου
3. μτφ. βιοπάλη για τον επιούσιο, ρουτίνα, εργασία που επαναλαμβάνεται ομοιόμορφα κάθε μέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μάγγανο «γερανός, βαρούλκο» + πηγάδι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μάγγανο — και μάγκανο και μαγγάνι, το και μάγγανος, ο, και μαγγάνη, η (AM μάγγανον) 1. βαρούλκο, γερανός 2. (στο Βυζάντιο) α) ονομασία διαφόρων πολεμικών μηχανών οι οποίες είχαν ως κοινό χαρακτηριστικό στοιχείο τον τροχό β) η αφετηρία στον ιππόδρομο κατά… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Μυκόνου (Αγροτομουσείο) — Το Αγροτομουσείο της Μυκόνου, με επίκεντρο το Μύλο του Μπόνη, ο οποίος είναι ένα από τα γνωστότερα και περισσότερο φωτογραφημένα ιστορικά μνημεία της Μυκόνου, λειτουργεί ως παράρτημα του Λαογραφικού Μουσείου, καταλαμβάνοντας μία έκταση δύο… …   Dictionary of Greek

  • ανέμη — Σύνεργο της λαϊκής κλωστικής. Σε μερικές περιοχές της Ελλάδας λέγεται και ανεμοδούρα. Αποτελείται από έναν ξύλινο στύλο στηριγμένο σε βάθρο και ξύλινα πλαίσια εξαρτημένα με σταυροειδή διάταξη γύρω από αυτόν. Τα πλαίσια αυτά σχηματίζουν ένα είδος… …   Dictionary of Greek

  • νόρια — η ανυψωτικό μηχάνημα το οποίο χρησιμεύει στην άντληση νερού και αποτελείται από σειρά κάδων οι οποίοι συνδέονται ο ένας με τον άλλο και βυθίζονται διαδοχικά στο νερό, ενώ ανασύρονται με τη βοήθεια κλειστής αλυσίδας που περιστρέφεται γύρω από δύο… …   Dictionary of Greek

  • Βογιατζόγλου, Στέλλα — (Θεσσαλονίκη 1950 –). Λογοτέχνης. Έχει γράψει κυρίως πεζογραφήματα. Στα ελληνικά γράμματα παρουσιάστηκε το 1980 με το βιβλίο της Το μαγγανοπήγαδο. Ακολούθησαν τα έργα της: Σκόνη κόλλησε στα αυτιά μας (1983), Το τσιφτετέλι (1983), Η συγκάτοικος… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Λαογραφικό Σάμου — Η δημιουργία του μουσείου είναι αποτέλεσμα προσπαθειών που οργανώθηκαν και συντονίστηκαν από το Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου υπό την επωνυμία Νικόλαος Δημητρίου. Το μουσείο λειτουργεί από το 1997 και σκοπό έχει να δώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα της… …   Dictionary of Greek

  • Ουγγαρία — Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Β με τη Σλοβακία, ΒΑ με την Ουκρανία, Α με τη Ρουμανία, Ν με τη Σερβία Μαυροβούνιο, την Κροατία και τη Σλοβενία και Δ με την Αυστρία.Τα σύνορα τους O. καθορίστηκαν με τη συνθήκη του Τριανόν (1920), μετά τον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”